Κωνσταντίνος Ν Φουντουλάκης, Αναπληρωτής Καθηγητής Ψυχιατρικής ΑΠΘ, Απόφοιτος ΣΣΑΣ(τάξεως εισαγωγής 1983)

Από το 2008 μια παγκόσμια οικονομική κρίση έπληξε τον κόσμο αλλά ιδιαίτερα την Ευρώπη και τις ΗΠΑ με σοβαρές συνέπειες στην παροχή υπηρεσιών υγείας και με μεγάλο θύμα την ψυχική υγεία. Οι ψυχικά ασθενείς αποτελούν μια ιδιαίτερα ευάλωτη ομάδα του πληθυσμού και πιθανότατα εκτίθενται σε αυξημένες πιέσεις και κινδύνους κατά τη διάρκεια παρόμοιων κρίσεων.

Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να τονιστεί ότι υπάρχει η ευρύτατα διαδεδομένη άποψη ότι οι οικονομικές κρίσεις και η λιτότητα αυξάνουν ειδικά τις αυτοκτονίες.

Στην κλασσική δουλειά του το 1979 ο Brenner προτείνει ότι για κάθε 10% αύξηση στην ανεργία υπάρχει μια αύξηση 1.2% στη συνολική θνησιμότητα και αυτό περιλαμβάνει μια 1.7% αύξηση στην αυτοκτονικότητα. Κατά το παρελθόν οι διάφορες οικονομικές κρίσεις έχουν συνδεθεί με αύξηση της αυτοκτονικότητας, όπως κατά την μεγάλη ύφεση του μεσοπολέμου ή την κρίση στην ανατολική Ευρώπη και την Ασία τη δεκαετία του 90.

Επιπλέον υπάρχουν πολλές δημοσιεύσεις που αναφέρουν ένα παρόμοιο φαινόμενο όσον αφορά την παρούσα κρίση τόσο στην Ευρώπη όσο και στις ΗΠΑ.

Από την άλλη μεριά, τα ποσοστά των αυτοκτονιών ποικίλουν εντυπωσιακά από χώρα σε χώρα και από περιοχή σε περιοχή και αυτό συμβαίνει για λόγους που δεν είναι γνωστοί και είναι σε μεγάλο βαθμό ανεξήγητο ιδίως με βάση το γεγονός ότι η γενική ψυχιατρική νοσηρότητα είναι κατά βάση παρόμοια ανεξαρτήτως έθνους φυλής ή κουλτούρας.

Αυτό δε σημαίνει ότι η αυτοκτονία μπορεί να συμβεί σε άτομα που δεν πάσχουν από κάποια ψυχική διαταραχή. Η σχεδόν απόλυτη σχέση αυτοκτονίας και ψυχικής διαταραχής έχει αποδειχθεί από πολλές μελέτες ψυχολογικής αυτοψίας.

 

Οι όποιες εξαιρέσεις δεν είναι παρά αυτό ακριβώς: εξαιρέσεις και δεν επηρεάζουν τα νούμερα. Απόψεις που ακούγονται συχνά ότι απολύτως υγιή άτομα μπορεί να αυτοκτονήσουν σε σημαντικούς αριθμούς (ώστε να μεταβάλλουν τις στατιστικές) σαφώς δε βασίζονται σε δεδομένα και λειτουργούν παραπλανητικά δημιουργώντας ένα «αντίστροφο στίγμα»

Η αιτιοπαθογενετική σχέση μεταξύ ανεργίας και αύξησης της αυτοκτονικότητας δέχθηκε πρόσφατα σφοδρή κριτική καθώς φαίνεται ότι τόσο στην Ευρώπη (συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδος) όσο και στις ΗΠΑ οι αυτοκτονίες αυξάνονται περίπου ένα έτος πριν αρχίσει να αυξάνεται η ανεργία.

Επίσης, όσον αφορά την Ελλάδα, η λεπτομερής ανάλυση των δεικτών αυτοκτονίας κατά φύλο και ηλικία δείχνει ότι στους άνδρες η αύξηση είναι εμφανής σε όλες τις ηλικιακές ομάδες εκτός των <14, 25-29, και >80. Στις γυναίκες είναι επίσης παρούσα σε όλες τις ηλικιακές ομάδες εκτός των 40-54 και 65-69.

Όμως, και αυτό είναι το πιο σημαντικό, η μεγαλύτερη αύξηση (σύγκριση πριν και μετά το έτος 2010) παρατηρείται σε γυναίκες ηλικίας 15-19 (149.18%), 20-24 (148.65%), 35-39 (86.24%) and 55-59 (60.74%). Σε σύγκριση η υψηλότερη αύξηση στους άνδρες αφορά την ηλικιακή ομάδα 55-59 (61%).

Τα δεδομένα αυτά δεν συνάδουν με την υποτιθέμενη αλληλεπίδραση ανδρικού φύλου παραγωγικής ηλικίας και ανεργίας. Άλλωστε στην Ελλάδα το υψηλότερο ποσοστό αυτοκτονικότητας παρατηρείται στην Κρήτη που έχει από τα πιο μάλλον χαμηλά σχετικά ποσοστά ανεργίας, ενώ τα Ιόνια νησιά έχουν το ίδιο ποσοστό αυτοκτονικότητας με τη Στερεά Ελλάδα που έχει διπλάσιο ποσοστό ανεργίας.

Είναι ενδιαφέρον ότι πρόσφατα παρατηρήθηκε μια αύξηση των περιπτώσεων αυτοκτονίας που αποδίδονται σε οικονομικά προβλήματα στην Ιταλία. Η Ιταλία είναι ίσως η μόνη χώρα που καταγράφει τον παράγοντα αυτό.

Ωστόσο οι συνολικές αυτοκτονίες στη χώρα παρέμεναν σταθερές και απλά παρατηρήθηκε μεταβολή της απόδοσης της αιτίας από συναισθηματικά σε οικονομικά αίτια, προφανώς ως επίδραση της επικαιρότητας.

Κάποιος θα μπορούσε να υποστηρίξει ότι εκείνοι οι άνθρωποι που πρόκειται να χάσουν τις δουλειές τους στρεσάρονται μήνες πριν αυτό συμβεί. Όμως ο φόβος της ανεργίας είναι διαφορετικός από την ανεργία αυτή καθαυτή.

Μια τέτοια υπόθεση προτείνει ότι αυτοκτονίες εργαζομένων και όχι ανέργων ευθύνονται για την αύξηση των ποσοστών. Το γεγονός ότι υπάρχει μια ασταθής αύξηση της αυτοκτονίκότητας ακόμα και σε ευημερούσες χώρες με χαμηλή ανεργία (πχ Νορβηγία) οδηγεί στο συμπέρασμα ότι κάποιες άλλες μεταβολές στο κοινωνικοοικονομικό περιβάλλον θα πρέπει να ενοχοποιηθούν.

Πιθανότατα τέτοιο παράγοντες να είναι η εφαρμογή ευέλικτών μορφών εργασίας αλλά κυρίως η ανάπτυξη ενός αυστηρού εργασιακού περιβάλλοντος μέσα στο οποίο η ευάλωτη ομάδα των ατόμων με ψυχική νόσο δε μπορεί να προσαρμοστεί και να λειτουργήσει.

Αν αυτή η υπόθεση αποδειχθεί σωστή, τότε η ευημερία ως γενική κατάσταση και η μείωση της γενικής ανεργίας πιθανότητα δε θα συνοδευτούν και με μείωση της αυτοκτονικότητας. Η μείωση αυτή απαιτεί στοχευμένες δράσεις για την υποστήριξη των ευάλωτων ομάδων και ειδικά των ψυχικά ασθενών που δέχονται δυσανάλογα υψηλή πίεση από την κρίση.

Δυστυχώς οι ευρύτατα διαδεδομένες δράσεις των ομιλιών, επιμορφώσεων συγκεκριμένων επαγγελματικών ομάδων (gatekeepers), τηλεφωνικών γραμμών βοήθειας κτλ δεν έχουν αποδώσει πραγματικά και μετρήσιμα θετικά αποτελέσματα.

Δυστυχώς σήμερα υπάρχει μια διεθνής συζήτηση που περίπου υπονοεί ότι κάθε άνθρωπος κινδυνεύει να αυτοκτονήσει λόγω της οικονομικής κρίσης, χωρίς να πάσχει από ψυχική νόσο, απλά εξαιτίας της υψηλής πίεσης που μπορεί να δεχθεί. Αυτό έχει ώς συνέπεια το συμπέρασμα ότι γενικά μέτρα θα μπορούσαν να αποδώσουν αντί για ειδικά και στοχευμένα.

Η γενική μείωση της ανεργίας αρκεί και δε χρειάζονται στοχευμένες υποστηρικτικές δράσεις. Η προσέγγιση αυτή αποτελεί απλά ένα «αντίστροφο στίγμα».

Ενώ το συνηθισμένο στίγμα που συνοδεύει την ψυχική νόσο τονίζει το «άρρωστο» και περιθωριοποιεί τον ασθενή, το αντίστροφο στίγμα τείνει να μην αναγνωρίζει το δικαίωμα του ασθενούς σε στοχευμένη και ειδική φροντίδα, καθώς ουσιαστικά του αρνείται τη θέση του «ασθενούς» αυτή καθαυτή.

Με αυτό τον τρόπο ένα ψυχιατρικό πρόβλημα βαφτίζεται ως οικονομικο-κοινωνικο-πολιτικό και αντιμετωπίζεται με αντίστοιχα αλλά ακατάλληλα μέτρα.

Δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει κάτι τέτοιο. Είναι ακριβώς ο τύπος του αποκλεισμού μέσω της κοινοτυποποίησης (banalization) που οδήγησε σε άλλες χώρες μεγάλους αριθμούς βαριά ψυχικά ασθενών στις φυλακές ή άστεγους στο δρόμο αντί σε θεραπευτικά ιδρύματα. Και σε αυτές τις περιπτώσεις τα ψυχιατρικά τους προβλήματα βαφτίστηκαν «κοινωνικά».

Κωνσταντίνος Ν Φουντουλάκης,

Αναπληρωτής Καθηγητής Ψυχιατρικής ΑΠΘ,

kfount@med.auth.gr

Διαδωστε τα νέα του Συνδέσμου