Του Πετούση Σταμάτιου
Η συνεισφορά του ελληνικού Υγειονομικού υπήρξε καθοριστική στην έκβαση του αγώνα κατά τους Β’ Βαλκανικούς Πολέμους, λόγω της επιτυχούς αντιμετώπισης της επιδημίας χολέρας. Το ελληνικό Υγειονομικό, με την απαράμιλλη αποτελεσματικότητα, το πνεύμα επιστημονικής πρωτοβουλίας και κυρίως την πλήρη συναίσθηση καθήκοντος που χαρακτήριζαν τους στρατιωτικούς ιατρούς της εποχής εκείνης, έδρασε με τρόπο καταλυτικό για τον επιτυχή περιορισμό της επιδημίας, προσφέροντας «ούτως υπηρεσία ης την σπουδαιότητα και το μέγεθος δυσκόλως δύναται τις να υπολογίση».

 

Θέτοντας κανείς το ιστορικό πλαίσιο εκδήλωσης της επιδημίας χολέρας, θα πρέπει να αναφερθεί ότι η επιδημία ξέσπασε αρχικά στον τουρκικό και βουλγαρικό στρατό στην περιοχή της Τσάταλζας. Η φύση της επιδημίας και οι πιθανές επιπτώσεις στη μαχητική ικανότητα του βουλγαρικού στρατεύματος ήταν τέτοιες που ανάγκασαν το βουλγαρικό στρατό να προσκαλέσει  επίσημα τον Αυστριακό Καθηγητή Μικροβιολογίας Κraus, προκειμένου να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά η επιδημία. Ο κίνδυνος εξάπλωσής της στον ελληνικό στρατό ήταν μεγάλος, με πιθανότερους τρόπους το συγχρωτισμό με απολυόμενους Βούλγαρους στρατιώτες, τις μετακινήσεις κατοίκων καθώς και τη συγκατοχή σταθμών και συνοικισμών με τους Βούλγαρους.

Το πρώτο θανατηφόρο κρούσμα χολέρας στον ελληνικό στρατό συνέβη στις 11 Μαΐου 1913 στο 5ο Σύνταγμα Πεζικού (Μούσθενη) μετά τη μετακίνηση ελληνικών προφυλακών στη γραμμή Παλαιοκώμη-Μούσθενη-Ελευθερές. Στις 12 Μαΐου 1913 εμφανίστηκε στο ίδιο σημείο και δεύτερο κρούσμα. ενώ μεταξύ 13-24 Μαΐου 1913 εμφανίστηκαν άλλα 11 κρούσματα στην περιοχή Μούσθενης-Κερδυλλίων.  Στα τέλη Μαΐου του 1913, η επιδημία εξαπλώθηκε τόσο την περιοχή Σταυρού-Στρυμωνικού όσο και στην περιοχή των Λαγκαδικίων και τελικά μεταξύ 4 και 12 Ιουνίου 1913 έκαναν την εμφάνισή τους και τα πρώτα κρούσματα στη Θεσσαλονίκη.

Στο χρονικό εκείνο σημείο, τον Ιούνιο δηλαδή του 1913, λήφθηκε η απόφαση για ανάθεση του αντιχολερικού αγώνα από κοινού στον Πρόεδρο του Ιατροσυνεδρίου Κωνσταντίνο Σάββα και το Γενικό Αρχίατρο Παναγιώτη Μανούσο. Η απόφαση αυτή αποδείχτηκε ιδιαίτερα καθοριστική για την ανάσχεση και τελικά την αντιμετώπιση της επιδημίας χολέρας, όπως αποδεικνύεται από τα ιστορικά γεγονότα. Έτσι, σε πρώτη φάση και παρά την έναρξη της προέλασης των ελληνικών Μεραρχιών με αποτέλεσμα τη διαδοχική μόλυνση ελληνικών τμημάτων στις χολερόπληκτες περιοχές, η απαγόρευση διακομιδής πασχόντων στη Θεσσαλονίκη και η στρατηγική της επιτόπιας αντιμετώπισης των ασθενών στα Νοσοκομεία Χολεριώντων συνετέλεσαν στην πρόληψη της περαιτέρω διασποράς της νόσου. Εν συνεχεία, μέχρι τα τέλη Ιουλίου 1913, παρατηρήθηκε σημαντική ύφεση της επιδημίας και παρά μια προσωρινή έξαρση κρουσμάτων στην Ανατολική Μακεδονία μετά τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου, στις 2 Οκτωβρίου του 1913, σημειώνεται η επίσημη λήξη της επιδημίας κατά τον Καθηγητή Σάββα.

  • Η επιτυχία του αντιχολερικού αγώνα στηρίχτηκε στην οργάνωση του σε 2 βασικούς άξονες:
  • Την εφαρμογή μαζικού αντιχολερικού εμβολιασμού με την παράλληλη έναρξη εγχώριας παραγωγής εμβολίου στην Ελλάδα
  • Τη σύσταση και λειτουργία αντιχολερικών συνεργείων με παράλληλη δυνατότητα μετατροπής τους σε νοσοκομεία χολεριώντων

Τα αντιχολερικά συνεργεία είχαν ως κύριο έργο την υγειονομική παρακολούθηση των μαχόμενων τμημάτων σε επίπεδο Μεραρχίας με σκοπό την ταχεία διάγνωση των πρώτων κρουσμάτων χολέρας. Αποτελούσε καθήκον τους η απομόνωση και η νοσηλεία των ασθενών, ενώ παράλληλα προχωρούσαν σε απολυμάνσεις των τυχόν μολυσμένων αντικειμένων. Το προσωπικό τους αποτελούνταν μεταξύ άλλων από Ιατρό Διευθυντή, Μικροβιολόγο, Νοσοκόμους και Απολυμαντές.

Συνολικά, συστήθηκαν έξι αντιχολερικά συνεργεία για τη Μακεδονία, τα οποία ήταν τα εξής:

  • 1ο Αντιχολερικό Συνεργείο Νέων Κερδυλλίων-Σταυρού
  • 2ο Αντιχολερικό Συνεργείο Σταυρού-Μοδίου
  • 3ο Αντιχολερικό Συνεργείο Λαγκαδικίων
  • 4ο Αντιχολερικό Συνεργείο και Νοσοκομείο Χολεριώντων Πετριτσίου
  • 5ο Αντιχολερικό Συνεργείο και Νοσοκομείο Χολεριώντων Στρώμνιτσας
  • 6ο Αντιχολερικό Συνεργείο και Νοσοκομείο Χολεριώντων Σερρώ

Η συμβολή των αντιχολερικών συνεργείων στην επιτυχή αντιμετώπιση της επιδημίας χολέρας μπορεί να γίνει εύκολα αισθητή, αν κανείς κοιτάξει τους πίνακες με τον αριθμό των νοσηλευομένων στα αντιχολερικά νοσοκομεία. Συνολικά, νοσηλεύτηκαν 1943 διαγνωσμένα κρούσματα χολέρας, με τους θανάτους να ανέρχονται συνολικά σε 419 (21,6%). Παράλληλα, εκτός των αντιχολερικών συνεργείων, σημαντική ήταν η συνεισφορά στην υγειονομική περίθαλψη των χολεριώντων από το Γ΄ Στρατιωτικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης, το Στρατιωτικό Τμήμα του Νοσοκομείου Λοιμωδών Νόσων καθώς και το 11ο Πεδινό Χειρουργείο στο Μίκροβο και το Γενήκοϊ.

Ωστόσο, παρά την τεράστια συνεισφορά την οποία διαδραμάτισαν οι στρατιωτικοί ιατροί στα Νοσοκομεία Χολεριώντων, η κύρια συμβολή του Υγειονομικού σώματος αποτυπώνεται στη μαζική εφαρμογή του αντιχολερικού εμβολιασμού. Η έναρξη του εμβολιασμού πραγματοποιήθηκε επίσημα τον Απρίλιο του 1913 με τον εμβολιασμό των υγειονομικών σωμάτων σε δύο και όχι σε τρεις δόσεις όπως ήταν η επικρατούσα ιατρική αντίληψη την περίοδο εκείνη στην Ευρώπη και ολοκληρώθηκε στα τέλη Ιουλίου του 2013.  Εμβολιάστηκαν 100827 Αξιωματικοί και οπλίτες, αριθμός που αντιστοιχούσε στο εντυπωσιακό ποσοστό εμβολιαστικής κάλυψης του 87,2%.  Ιδιαίτερα σημαντικό μάλιστα ήταν το γεγονός ότι στις 15 Ιουνίου 1913 ξεκίνησε η μαζική εγχώρια παραγωγή εμβολίου, με αποτέλεσμα τη συνολικά παραγωγή 1000 λίτρων εμβολίου. Η εγχώρια παραγωγή εμβολίου αύξησε το επίπεδο αυτάρκειας του ελληνικού Υγειονομικού σε εμβόλια και συνέβαλε τα μέγιστα στον απρόσκοπτο εμβολιασμό ενός εξαιρετικά μεγάλου αριθμού στρατιωτών σε περιορισμένο χρονικό διάστημα, ώστε τελικά ο περιορισμός της επιδημίας επιτεύχθηκε μέσα σε διάστημα ολίγων μηνών.

Η καταλυτική σημασία του εμβολιασμού στη διατήρηση της ακεραιότητας της παρατακτής δύναμης του στρατεύματος γίνεται εύκολα αντιληπτή αν κανείς μελετήσει τους επιδημιολογικούς δείκτες συγκριτικά μεταξύ των οπλιτών που εμβολιάστηκαν και των ανεμβολίαστων στρατιωτών. Καταρχήν, τα ποσοστά νοσηρότητας ήταν μόλις 0,7% για τους στρατιώτες που εμβολιάστηκαν με δύο δόσεις του αντιχολερικού εμβολίου, ανέρχονταν στο 4,2% για όσους είχαν λάβει μόνο μία δόση εμβολίου και άγγιζε το 10% σχεδόν για τους παντελώς ανεμβολίαστους στρατιώτες. Τα ανωτέρω ποσοστά καταδεικνύουν ουσιαστικά 13 φορές μεγαλύτερη νοσηρότητα στους ανεμβολίαστους οπλίτες σε σχέση με όσους είχαν πλήρως εμβολιαστεί. Αντιστοίχως, η θνητότητα ήταν 27,5% για τους ανεμβολίαστους έναντι 10,2% για αυτούς που είχαν λάβει δύο δόσεις εμβολίου. Συγκρίνοντας μάλιστα κανείς τα κρούσματα που παρουσιάστηκαν μεταξύ του βουλγαρικού, του σέρβικου και του ελληνικού στρατού, διαπιστώνει ότι στον ελληνικό στρατό παρατηρήθηκαν 2503 κρούσματα χολέρας έναντι 5000 του βουλγαρικού και 13300 του σέρβικου στρατού, ενώ η θνητότητα στο βουλγαρικό και το σέρβικο στρατό ήταν περίπου 37% έναντι περίπου 20% στον ελληνικό. Τα παραπάνω στοιχεία αποτελούν ουσιαστικά την έμπρακτη και αδιαπραγμάτευτη απόδειξη της τεράστιας ευεργετικής επίδρασης του εμβολιασμού στην αντιμετώπιση της επιδημίας χολέρας, αντανακλώντας την τεράστια συνεισφορά του Υγειονομικού Σώματος.

Το Υγειονομικό του Στρατού Ξηράς έδρασε λοιπόν με ύψιστη αποτελεσματικότητα, παρά τη σχετική έλλειψη οργάνωσης εκείνης της εποχής. Οι Έλληνες στρατιωτικοί ιατροί, διακρινόμενοι από πατριωτισμό και αυταπάρνηση, κατόρθωσαν να αντιπαρέλθουν τις λειτουργικές ελλείψεις με το πνεύμα ευφυούς πρωτοβουλίας και τελικά κατόρθωσαν να αντιμετωπίσουν μέσα σε λίγους μήνες μια επιδημία, από την οποία το κατά τα άλλα οργανωμένο Ιταλικό Υγειονομικό είχε εν ειρήνη 7377 θανάτους σε 20000 περιστατικά, θνητότητα της τάξεως του 35%. Με τον τρόπο αυτό, ελαχιστοποίησε την επίδραση της επιδημίας στη μαχητική ικανότητα του στρατεύματος παρά την ύπαρξη συνθηκών που ευνοούσαν την εξάπλωση της νόσου. Έτσι, διευκολύνθηκε η προέλαση των ελληνικών Μεραρχιών δίχως το φόβο της νόσου σε χολερόπληκτες περιοχές ενώ παράλληλα περιορίστηκε η διασπορά της νόσου στον ελληνικό πληθυσμό με την υποδειγματική λειτουργία της προφυλακής των Αντιχολερικών Συνεργείων.

Οι έλληνες στρατιωτικοί ιατροί κατόρθωσαν ένα μικρό ιατρικό θαύμα και αυτό αποδεικνύεται περίτρανα από τη σύγκριση των επιδημιολογικών δεικτών με τους αντίστοιχους των επιδημιών ξένων στρατών.  Τα ανωτέρω αναδεικνύονται και από την Έκθεσι των Μανούσου-Σάββα, η οποία υποβλήθηκε στο Γενικό Στρατηγείο της Αυτού Μεγαλειότητας του Βασιλέως μετά τη λήξη του αγώνα. Σύμφωνα με τους συντονιστές ιατρούς του αντιχολερικού αγώνα, οι έλληνες ιατροί εκτέλεσαν με την τεράστια εφαρμογή του εμβολιαστικού προγράμματος  «οιονεί πείραμα υπό γιγαντιαίας διαστάσεις». Το αποτέλεσμα ήταν ότι «οι στρατιώται ου μόνο ουδεμία ενόχλησιν υπέστησαν εκ τούτου, αλλ’ εξ εναντίας ανέκτησαν το εκ του φόβου της νόσου κλονισθέν θάρρος και τοιαύτην απέκτησαν εις την αποτελεσματικότητα του εμβολίου ώστε άφοβοι εισήρχοντο σε χολερόπληκτες πόλεις»αναδεικνύοντας τη συμβολή του επιτυχούς αντιχολερικού αγώνα στην ψυχολογία των μαχομένων τμημάτων. 

Ολοκληρώντας τη σύντομη παρουσίαση της συνεισφοράς του ελληνικού Υγειονομικού στην επιτυχή έκβαση του αγώνα, θα πρέπει κανείς να σταθεί και στα επίκαιρα και διαχρονικά μηνύματα, τα οποία μπορούν να εξαχθούν. Καταρχήν, αναδεικνύεται η τεράστια σημασία της αποτελεσματικής εφαρμογής προληπτικής ιατρικής στη διατήρηση ακεραίας της παρατακτής δύναμης του στρατεύματος. Καθώς επίσης η εγχώρια παραγωγή εμβολίου αύξησε την αποτελεσματικότητα του αντιχολερικού αγώνα, αναδεικνύεται το γεγονός ότι η αυτοδύναμη εθνική παρασκευή φαρμάκων και εμβολίων μεγιστοποιεί τις δυνατότητες επιτυχούς αντιμετώπισης έκτακτων καταστάσεων. Ιδιαίτερα σημαντική επίσης ήταν η υπό ενιαία διεύθυνση οργάνωση του αντιχολερικού αγώνα από ιατρούς, γεγονός το οποίο θα πρέπει να αποτελέσει πυξίδα και πρότυπο για κάθε ανάλογη υγειονομική προσπάθεια. Τελικά, όμως, το κύριο συμπέρασμα στο οποίο θα πρέπει κανείς να σταθεί είναι το γεγονός ότι το Υγειονομικό αποτελεί ενδεχομένως κάτι υπέρτερο ενός απλού Σώματος υποστήριξης Μάχης, λόγω της τεράστιας και καταλυτικής συμβολής την οποία έχει άμεσα στην επιτυχή κατάληξη αγώνων. Οργανωμένο και ικανό Υγειονομικό σημαίνει μέγιστη μαχητική ικανότητα και ψυχολογία νικητή, άρα στρατό με δυνατότητα να κερδίζει μάχες. Στο αδιαπραγμάτευτο αυτό πλαίσιο και με γνώμονα τα ιστορικά διδάγματα θα πρέπει επομένως να προσανατολίζεται και κάθε ιδέα ή σκέψη για αλλαγή και βελτίωση των υπαρχουσών δομών, ώστε να αξιοποιηθούν τα τεράστια συγκριτικά πλεονεκτήματα που ένα Υγειονομικό με ευφυείς και ικανούς ιατρούς, όπως το ελληνικό Υγειονομικό, μπορεί να προσφέρει στο αξιόμαχο του στρατεύματος.

Αντί επιλόγου, είναι περιττό κανείς να αναφέρει οτιδήποτε άλλο πέραν των όσων αναφέρουν οι αρχιτέκτονες της επιτυχίας του υγειονομικού αγώνα, Μανούσος και Σάββας, στην έκθεση τους. Τονίζουν λοιπόν ότι « εξάρωμεν την επιστημονική ικανότητα και αφοσίωσιν, μεθ’ ής εξετέλεσαν το καθήκον αυτών άπαντες οι εντεταλμένοι την νοσηλείαν χολεριώντων και εν τη εν γένει περιστολήν της νόσου ιατροί, στρατιωτικοί και μη». Συνεχίζουν δε λέγοντας ότι «τα εν τη ενασκήσει του καθήκοντος αυτών τέσσαρα θύματα της νόσου (Πρασσάς, Ασημάκης, Κιστριώτης και Σαρρής) δέον να καταλεχθώσιν εν ίση μοίρα προς τους εν τω πεδίω της μάχης ενδόξως πεσόντας». Το πλέον όμως εντυπωσιακό και διόλου μεγαλόσχημο είναι το γεγονός ότι « η περιστολή αυτής επετεύχθη δια των ιδίων ημών δυνάμεων, άνευ της προσφυγής εις τη συνδρομή των ξένων, ως έπραξαν οι Βούλγαροι». Τελικά, «δεν πρέπει να θεωρηθώμεν ως μαγαλαυχούντες αν θεωρήσωμεν το έργον τούτον ως θρίαμβον της Ελληνικής Ιατρικής, ήτις δια των ίδιων δυνάμεων και άνευ της ελαχίστης ξένης βοήθειας εν μέσω δυσμενεστάτων όρων ήγαγεν αυτό επιτυχώς εις αίσιον πέρας».

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1.      Έκθεσις Μανούσου και Σάββα «Περί της κατά το θέρος του 1913 εις Μακεδονίαν ενσκηψάσης χολέρας και του αντιχολερικού εμβολιασμού»

2.      Σχίζας Ν.Δ. Βαλκανικοί πόλεμοι και δημόσια υγεία στην περιοχή της Μακεδονίας. Πολεμικές συγκρούσεις και δημόσια υγεία στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου κατά το 19ο και αρχές του 20ου αιώνα. Β’ Ημερίδα Στρατιωτικής Ιατρικής. Αθήνα 2006

3.      Σκαμπαρδώνης Γ., Σχίζας Ν., Καρδούλης Α (2001). Η Υγειονομική Υπηρεσία κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους. Έκδοση ΔΙΣ σ.76

4.      Καρδαμάτης Ι. Τα πεπραγμένα επί της εν Μακεδονία χολέρας κατά τον Ελληνοβουλγαρικόν πόλεμον. Ιατρική Πρόοδος 1930:91-97.

5.      Αρχείο ΔΙΣ (1914) Φ1679/Η/3 ο.π.σελ.84

Διαδωστε τα νέα του Συνδέσμου