PMSASYPN002

PMSASYPN002
Ο καρκίνος του παχέος εντέρου είναι μία από τις συνηθέστερες μορφές καρκίνου. Πράγματι, αντιπροσωπεύει τόσο στον άνδρα όσο και στη γυναίκα την 3η κατά σειρά συχνότητας μορφή καρκίνου, μετά τον καρκίνο του προστάτη και του πνεύμονα (στον άνδρα) και τον καρκίνο του μαστού και του πνεύμονα (στη γυναίκα). Εκτιμάται ότι η πιθανότητα ανάπτυξης καρκίνου παχέος εντέρου στη διάρκεια της ζωής ενός ατόμου κυμαίνεται περί το 6%. Στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής διαγιγνώσκονται κάθε χρόνο περί τους 145.000 νέοι ασθενείς, ενώ υπολογίζεται ότι σε παγκόσμια κλίμακα υπάρχουν περισσότεροι από 10.000.000 ασθενείς με καρκίνο παχέος εντέρου. Πρόκειται κυρίως για νόσο των δυτικών κοινωνιών, που είναι σπανιότερη σε πληθυσμούς της ανατολικής Ευρώπης, της Ασίας, της Αφρικής και της Νότιας Αμερικής. Ο καρκίνος του παχέος εντέρου είναι 3 φορές συχνότερος από τον καρκίνο του ορθού, ενώ τα τελευταία έτη παρατηρείται σχετική αύξηση της συχνότητας του καρκίνου του δεξιού κόλου.

 Στην παθογένεση του καρκίνου του παχέος εντέρου εμπλέκονται τόσο γενετικοί όσο και περιβαλλοντικοί παράγοντες. Οικογενειακό ιστορικό υπάρχει σε ποσοστό περίπου 15-20% των ασθενών. Παθήσεις που συνδυάζονται με γενετικές μεταβολές και που συνοδεύονται από αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου παχέος εντέρου είναι – μεταξύ άλλων- το σύνδρομο Lynch, η οικογενής αδενωματώδης πολυποδίαση, το σύνδρομο Peutz Jeghers, η οικογενής νεανική πολυποδίαση κλπ. Η ύπαρξη οικογενειακού ιστορικού καρκίνου παχέος εντέρου αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης της νόσου και σε άλλα μέλη της ίδιας οικογένειας, πρώτου βαθμού συγγένειας. Ο κίνδυνος αυτός σχετίζεται με τον αριθμό των προσβεβλημένων από τη νόσο ατόμων: διπλασιάζεται όταν υπάρχει ένας 1ου βαθμού συγγενής με καρκίνο παχέος εντέρου, ενώ υπερτριπλασιάζεται όταν υπάρχουν περισσότεροι από δύο συγγενείς 1ου βαθμού με τη νόσο. Ο κίνδυνος αυξάνεται ακόμη περισσότερο όταν η διάγνωση στους συγγενείς πρώτου βαθμού τίθεται σε μικρή ηλικία. Περιβαλλοντικοί παράγοντες κινδύνου είναι η παχυσαρκία, το κάπνισμα, η κατανάλωση κόκκινου κρέατος (και ιδιαίτερα επεξεργασμένου) κλπ, ενώ προστατευτική δράση θεωρείται ότι έχουν η φυσική δραστηριότητα, η κατανάλωση φυτικών τροφών και φρούτων (ιδιαίτερα των πλούσιων σε φυτικές ίνες ή/και αντιοξειδωτικά, φολικό, ασβέστιο, βιταμίνη D), ασπιρίνης και καροτενοειδών.

 Στο 50% των περιπτώσεων ο καρκίνος εντοπίζεται στην περιοχή του σιγμοειδούς και του ορθού, στο 25% στο δεξιό κόλον, στο 15% στο κατιόν και στο 10% στο εγκάρσιο κόλον. Η επέκταση της νόσου γίνεται άμεσα με διήθηση των πέριξ ιστών, λεμφογενώς, αιματογενώς, με ενδοπεριτοναϊκή διασπορά και τέλος με ενδοαυλική διασπορά (από απόπτωση των καρκινικών κυττάρων στην περιτοναϊκή κοιλότητα ή στον αυλό του εντέρου).

Η ανάπτυξη του καρκίνου του παχέος εντέρου συνήθως είναι ένα πολυσταδιακό φαινόμενο. Πράγματι, συνηθέστερα ο καρκίνος αναπτύσσεται επί εδάφους προϋπάρχοντος πολυποδα, με τη συσσώρευση διαδοχικών γενετικών μεταβολών. Ο κίνδυνος ανάπτυξης καρκίνου είναι μεγαλύτερος στους άμισχους σε σχέση με τους μισχωτούς πολύποδες, στους θηλώδεις / λαχνωτούς σε σχέση με τους σωληνοαδενωματώδεις και στους μεγάλους (> 1.5. cm) σε σχέση με τους μικρούς πολύποδες. Επί υπάρξεως ενός πολύποδα θα πρέπει να γίνεται έλεγχος ολόκληρου του παχέος εντέρου με κολονοσκόπηση, καθόσον σε ποσοστό 35-40% συνυπάρχουν και άλλοι πολύποδες (“σύγχρονοι”). Πριν εμφανιστούν συμπτώματα, ο όγκος υπάρχει και αναπτύσσεται για τουλάχιστον 5 χρόνια (και ενίοτε για 10-15 χρόνια). Στην ασυμπτωματική αυτή φάση υπάρχει ένα “παράθυρο ευκαιρίας” όπου η διάγνωση μπορεί να τεθεί μόνο με τη βοήθεια του προληπτικού ελέγχου στο γενικό πληθυσμό.

Οι κλινικές εκδηλώσεις του καρκίνου του παχέος εντέρου εξαρτώνται από την εντόπισή του. Ο καρκίνος του δεξιού κόλου συνήθως εκδηλώνεται με αναιμία και τα συνοδά της συμπτώματα (εύκολη κόπωση, καταβολή κλπ), που οφείλεται σε χρόνια λανθάνουσα απώλεια αίματος. Πολύ σπάνια ο καρκίνος του δεξιού κόλου μπορεί να προκαλέσει αποφρακτικά φαινόμενα (εικόνα ειλεού), ενώ ψηλαφητή μάζα μπορεί να υπάρχει σε ποσοστό 10 % των ασθενών (κυρίως σε αδύνατα άτομα). Αντίθετα, ο καρκίνος του αριστερού κόλου και του ορθοσιγμοειδούς εκδηλώνεται συνήθως με αποφρακτικά φαινόμενα, αλλαγές των συνηθειών του εντέρου (εναλλαγές διάρροιας με δυσκοιλιότητα), αιμορραγία και προσμίξεις βλέννας στα κόπρανα. Στον καρκίνο του ορθού χαρακτηριστικό σύμπτωμα (πέραν της απώλειας ζωηρού ερυθρού αίματος με τις κενώσεις [αιματοχεσία]) είναι και ο τεινυσμός, δηλαδή η επίμονη έπειξη προς αφόδευση, χωρίς ο ασθενής να είναι σε θέση να αποβάλλει κόπρανα. Είναι σημαντικό να τονισθεί ότι σε άτομα ηλικίας άνω των 40 ετών με απώλεια αίματος από το ορθό θα πρέπει να αποκλείεται ο καρκίνος του παχέος εντέρου/ορθού με κολονοσκόπηση, έστω και αν υπάρχουν άλλα εμφανή αίτια που θα μπορούσαν να ερμηνεύσουν την απώλεια αίματος (π.χ. αιμορροϊδες, ραγάδα δακτυλίου κλπ).

Η κλινική εξέταση συνήθως είναι αρνητική, ιδιαίτερα στα πρώιμα στάδια της νόσου. Δεν θα πρέπει να παραλείπεται η δακτυλική εξέταση από το ορθό, αφού μπορεί να θέσει τη διάγνωση σε καρκίνο του κατώτερου τριτημορίου του ορθού. Η αναιμία είναι το συνηθέστερο εργαστηριακό εύρημα. Η διάγνωση τίθεται με τη βοήθεια της κολονοσκόπησης, κατά την οποία λαμβάνεται και βιοψία που επιβεβαιώνει ιστολογικά τη διάγνωση. Η σταδιοποίηση της νόσου γίνεται με τη βοήθεια του απεικονιστικού ελέγχου (συνήθως ακτινογραφία ή αξονική τομογραφία θώρακα και αξονική τομογραφία κοιλίας).

Η χειρουργική αποτελεί τη βασική μέθοδο θεραπείας του καρκίνου του παχέος εντέρου / ορθού. Στόχος της επέμβασης είναι η αφαίρεση της πρωτοπαθούς εστίας με επαρκή όρια εκτομής και συναφαίρεση των επιχώριων λεμφαδένων, η εκτομή τυχόν εντοπισμένων ηπατικών ή πνευμονικών μεταστάσεων και συναφαίρεση τυχόν διηθημένων παρακείμενων οργάνων. Επικουρικές μέθοδοι θεραπείας είναι η χημειοθεραπεία (συνήθως FOLFOX ή FLOX) και -ειδικά στον καρκίνο του ορθού – η ακτινοθεραπεία (είτε προεγχειρητικά, είτε μετεγχειρητικά είτε και τα δύο [τεχνική sandwich]). Το είδος της επέμβασης που θα επιλεγεί (δεξιά κολεκτομή, εγκαρσιεκτομή, αριστερά κολεκτομή, σιγμοειδεκτομή) εξαρτάται από την εντόπιση του καρκίνου. Ειδικά στον καρκίνο του ορθού το είδος της επέμβασης καθορίζεται από το τριτημόριο του ορθού στο οποίο εντοπίζεται ο όγκος: σε καρκίνους του άνω και μέσου τριτημορίου γίνεται η λεγόμενη χαμηλή πρόσθια εκτομή (κατά την οποία γίνεται αποκατάσταση της συνέχειας του πεπτικού με αναστόμωση, χωρίς δημιουργία κολοστομίας), ενώ αντίθετα σε καρκίνους που εντοπίζονται στο κατώτερο τριτημόριο του ορθού γίνεται κοιλιοπερινεϊκή εκτομή του ορθού (που συνοδεύεται από μόνιμη κολοστομία). Σε πολύ επιλεγμένους ασθενείς με μικρούς επιφανειακούς όγκους του ορθού μπορεί να γίνουν και συντηρητικές ενδοσκοπικές επεμβάσεις (τεχνική ΤΕΜ, transanal endoscopic microsurgery).

Η πρόγνωση εξαρτάται από το στάδιο της νόσου. Όσο πρωιμότερα τίθεται η διάγνωση τόσο καλύτερη είναι η πενταετής επιβίωση.

Η ύπαρξη μεταστατικής νόσου δεν αποκλείει την θεραπευτική χειρουργική επέμβαση. Υπολογίζεται ότι 25% των ασθενών έχουν ήδη ηπατικές μεταστάσεις όταν τίθεται η διάγνωση, ενώ το 45% αυτών θα εμφανίσουν ηπατικές μεταστάσεις στη συνέχεια. Από το σύνολο των ασθενών αυτών το 50% θα έχουν εντοπισμένη μεταστατική νόσο μόνο στο ήπαρ. Σήμερα είναι δυνατόν μετά από ηπατεκτομή να επιτευχθεί 5ετής επιβίωση της τάξης του 25-30%.

 Αντίθετα, εντοπισμένη μεταστατική  νόσο στους πνεύμονες θα εμφανίσουν λιγότεροι από 10 % των ασθενών και από αυτούς λιγότεροι από 2% θα είναι υποψήφιοι για μεταστασεκτομή. Εντούτοις υπό τις προϋποθέσεις της εξαιρέσιμης μεταστατικής πνευμονικής νόσου η 5ετής επιβίωση μετά πνευμονεκτομή μπορεί να φθάσει σε επίπεδα 20 – 30%.

Γεώργιος Χ. Σακοράφας

Συντονιστής Διευθυντής Χειρουργικής Κλινικής
Α.Ο.Ν.Α. “ΑΓΙΟΣ ΣΑΒΒΑΣ”
Επ. Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών

Διαδωστε τα νέα του Συνδέσμου